Λένας
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Λένας | ||
| γενική | του | Λένα | ||
| αιτιατική | τον | Λένα | ||
| κλητική | Λένα | |||
| Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία 1
- Λένας < → λείπει η ετυμολογία
-
Λένας στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
Λένας
|
|
Ετυμολογία 2
- Λένας: κλιτικός τύπος
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.