Κουλούρης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Κουλούρης | οι | Κουλούρηδες |
| γενική | του | Κουλούρη | των | Κουλούρηδων |
| αιτιατική | τον | Κουλούρη | τους | Κουλούρηδες |
| κλητική | Κουλούρη | Κουλούρηδες | ||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Κουλούρης < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /kuˈlu.ɾis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κου‐λού‐ρης
-
Κίμων Κουλούρης στη Βικιπαίδεια
(γενν. 1940), Έλληνας πολιτικός
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Кулурис
- λατινικοί χαρακτήρες: Koulouris
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.