Καστέλλι
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | Καστέλλι | τα | Καστέλλια |
| γενική | του | Καστελλίου | των | Καστελλίων |
| αιτιατική | το | Καστέλλι | τα | Καστέλλια |
| κλητική | Καστέλλι | Καστέλλια | ||
| Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό. | ||||
| Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Κύριο όνομα
Καστέλλι ουδέτερο
- οικισμός του νομού Ηρακλείου της Κρήτης
- παλαιά ονομασία των Καστελλίων του νομού Φωκίδας
Μεταφράσεις
Καστέλλι
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.