Καλαβρία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Καλαβρία
      γενική της Καλαβρίας
    αιτιατική την Καλαβρία
     κλητική Καλαβρία
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Η θέση της Καλαβρίας στον χάρτη της Ιταλίας.

Ετυμολογία

Καλαβρία < ιταλική Calabria[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /ka.laˈvɾi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Καλαβρία

Κύριο όνομα

Καλαβρία θηλυκό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.