Καβαθάς

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Καβαθάς οι Καβαθάδες
      γενική του Καβαθά των Καβαθάδων
    αιτιατική τον Καβαθά τους Καβαθάδες
     κλητική Καβαθά Καβαθάδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παλαμάς (κλίση: ψαράς)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Καβαθάς < επάγγελμα καβαθάς

Προφορά

ΔΦΑ : /ka.vaˈθas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Καβαθάς

Κύριο όνομα

Καβαθάς αρσενικό (θηλυκό Καβαθά)

επώνυμα:

Μεταγραφές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.