Δουνιάς
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Δουνιάς | οι | Δουνιάδες |
| γενική | του | Δουνιά | των | Δουνιάδων |
| αιτιατική | τον | Δουνιά | τους | Δουνιάδες |
| κλητική | Δουνιά | Δουνιάδες | ||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παλαμάς (κλίση: ψαράς)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Δουνιάς < λόγια επίδραση στο Ντουνιάς με τροπή του [d] (ντ) σε [ð] (δ) < οθωμανική τουρκική προέλευση
Προφορά
- ΔΦΑ : /ðuˈɲas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δου‐νιάς
Μεταγραφές
- λατινικοί χαρακτήρες: Dounias
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.