Γιαχβισμός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Γιαχβισμός οι Γιαχβισμοί
      γενική του Γιαχβισμού των Γιαχβισμών
    αιτιατική τον Γιαχβισμό τους Γιαχβισμούς
     κλητική Γιαχβισμέ Γιαχβισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Γιαχβισμός < Γιαχβ- + -ισμός

Ουσιαστικό

Γιαχβισμός αρσενικό

Συνώνυμα

  • Σάββας Αγουρίδης, «Η Μωσαϊκή Θρησκεία». Δελτίο Βιβλικών Μελετών, τόμ. 13Β, Ιούλιος-Δεκέμβριος 1994, σσ. 5-26.

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.