Γιαχβέ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Γιαχβέ < μία από τις μεταγραφές στα ελληνικά (της φωνηεντισμένης απόδοσης γΙαΧ'ΒέΧ) του ιερού εβραϊκού Τετραγράμματου, το οποίο σημαίνει "Εκείνος Κάνει να Γίνεται" ή "Αυτός που Υπάρχει" (ο Ων)

επίσης, Ιαβέ

Κύριο όνομα

Γιαχβέ αρσενικό

  • μια από τις πολλές αποδόσεις του προσωπικού ονόματος του Θεού των Εβραίων, όπως παρουσιάζεται στην Παλαιά Διαθήκη

Συνώνυμα

Παράγωγα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.