Βερσαλλίες
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | οι | Βερσαλλίες | ||
| γενική | των | Βερσαλλιών | ||
| αιτιατική | τις | Βερσαλλίες | ||
| κλητική | Βερσαλλίες | |||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Βερσαλλίες < (άμεσο δάνειο) γαλλική Versailles • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
-
Βερσαλλίες στη Βικιπαίδεια

-
Versailles στη γαλλική Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
Βερσαλλίες
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.