Βερσαλλίες

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οι Βερσαλλίες
      γενική των Βερσαλλιών
    αιτιατική τις Βερσαλλίες
     κλητική Βερσαλλίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Βερσαλλίες < (άμεσο δάνειο) γαλλική Versailles  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Κύριο όνομα

Βερσαλλίες θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό

  1. πόλη της Γαλλίας
  2. παλάτι των Βερσαλλιών

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.