Βασόρα
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Βασόρα | ||
| γενική | της | Βασόρας | ||
| αιτιατική | τη | Βασόρα | ||
| κλητική | Βασόρα | |||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Βασόρα < γαλλική Bassorah• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
- ΔΦΑ : /vaˈso.ɾa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βα‐σό‐ρα
Κύριο όνομα

Άποψη της Βασόρας
Βασόρα θηλυκό
- πόλη του Ιράκ
- ※ Στης Ανατολής τα μέρη μια φορά και ένα καιρό / ήταν άδειο το κεμέρι, μουχλιασμένο το νερό / στη Μοσούλη, τη Βασόρα, στην παλιά τη χουρμαδιά / πικραμένα κλαίνε τώρα της ερήμου τα παιδιά.
- Κεμάλ, στίχοι: Νίκος Γκάτσος, σύνθεση: Μάνος Χατζιδάκις
- ※ Πρώτος στόχος των συμμαχικών δυνάμεων στην προέλασή τους προς το εσωτερικό του Ιράκ από τον νότο θα είναι η κατάληψη της Βασόρας, η διασφάλιση του λιμανιού της και των παρακείμενων πετρελαιοπηγών.
- Patrick Tyler, Πρώτος στόχος η ταχεία κατάληψη της Βασόρας, Η Καθημερινή, 19 Μαρτίου 2003
- ※ Στης Ανατολής τα μέρη μια φορά και ένα καιρό / ήταν άδειο το κεμέρι, μουχλιασμένο το νερό / στη Μοσούλη, τη Βασόρα, στην παλιά τη χουρμαδιά / πικραμένα κλαίνε τώρα της ερήμου τα παιδιά.
-
Βασόρα στη Βικιπαίδεια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.