Βαλκάνιος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Βαλκάνιος | οι | Βαλκάνιοι |
| γενική | του | Βαλκάνιου | των | Βαλκάνιων |
| αιτιατική | τον | Βαλκάνιο | τους | Βαλκάνιους |
| κλητική | Βαλκάνιε | Βαλκάνιοι | ||
| Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Βαλκάνιος < Βαλκάν(ια) + -ιος
Προφορά
- ΔΦΑ : /valˈka.ni.os/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βαλ‐κά‐νι‐ος
Μεταφράσεις
Βαλκάνιος
|
|
Πηγές
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998), λήμμα: Βαλκάνια
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.