Αυσονία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Αυσονία | οι | Αυσονίες |
| γενική | της | Αυσονίας | των | Αυσονιών |
| αιτιατική | την | Αυσονία | τις | Αυσονίες |
| κλητική | Αυσονία | Αυσονίες | ||
| Στον ενικό. | ||||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Αυσονία < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή Αὐσονία < λατινική Ausonia → δείτε το εθνωνύμιο Αὔσονες
Προφορά
- ΔΦΑ : /af.soˈni.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αυ‐σο‐νί‐α
Κύριο όνομα
Αυσονία θηλυκό
- (παρωχημένο) αρχαία ονομασία για την Ιταλία, ιδίως κεντρική και νότια
- ※ ⌘ Ανδρέας Κάλβος, Ωδή πρώτη. «Ο Φιλόπατρις», 12η στροφή, ποιητική συλλογή Η λύρα, ※ @ebooks.edu.gr
- Χαίρε Αυσονία, χαίρε
και συ Αλβιών, χαιρέτωσαν
τα ένδοξα Παρίσια·
ωραία και μόνη η Ζάκυνθος
με κυριεύει. - [μεταγραφή σε μονοτονικό από το] Χαῖρε Αὐσονία, χαῖρε καὶ σὺ Ἀλβιών, χαιρέτωσαν τὰ ἔνδοξα Παρίσια· ὡραία καὶ μόνη ἡ Ζάκυνθος μὲ κυριεύει.
- Χαίρε Αυσονία, χαίρε
- ※ ⌘ Ανδρέας Κάλβος, Ωδή πρώτη. «Ο Φιλόπατρις», 12η στροφή, ποιητική συλλογή Η λύρα, ※ @ebooks.edu.gr
- μεσαιωνικά ελληνικά: Αὐσονοκράτωρ
Πηγές
- Αυσονία - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.