vineux

Γαλλικά (fr)

Επίθετο

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό vineux vineux
θηλυκό vineuse vineuses

vineux (fr)

  1. εύφορος για το κρασί
  2. λέγεται για δυνατό κρασί
  3. που έχει γεύση ή οσμή κρασιού
  4. που έχει το χρώμα του κρασιού, κάπως κόκκινο
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.