tubus
Λατινικά
(la)
Ουσιαστικό
tubus
θηλυκό
σωλήνας
σάλπιγγα
που
χρησιμοποιείται
σε
θυσίες
Συνώνυμα
solen
Κλίση
αριθμός
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
tubus
tubī
γενική
tubī
tubōrum
δοτική
tubō
tubīs
αιτιατική
tubum
tubōs
κλητική
tube
tubī
αφαιρετική
tubō
tubīs
(β' κλίση)
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.