secundum
Λατινικά (la)
Προφορά
- ΔΦΑ : /seˈkun.dum/
Ετυμολογία
- secundum < secundus < γερουνδιακό του ρήματος sequor
Κλιτικός τύπος γερουνδιακού
secundum (la)
- αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους του secundus - γερουνδιακό του sequor
- (γερουνδιακό του ρήματος sequor) ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του secundus
Κλιτικός τύπος επιθέτου
secundum (la)
Κλιτικός τύπος αριθμητικού
secundum (la)
Κλίση
| αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
|---|---|---|
| ονομαστική | secundum | secunda |
| γενική | secundī | secundōrum |
| δοτική | secundō | secundīs |
| αιτιατική | secundum | secunda |
| κλητική | secundum | secunda |
| αφαιρετική | secundō | secundīs |
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.