divan
Τουρκικά
(tr)
Ετυμολογία
divan
<
περσική
دیوان
(divân)
Ουσιαστικό
divan
(tr)
το
συμβούλιο
αξιωματούχων της
Υψηλής Πύλης
το κυβερνητικό
συμβούλιο
το
είδος
δικαστηρίου
το
ντιβάνι
, το
ανάκλιντρο
η
συλλογή
ποιημάτων,
ιδίως
γραμμένων στα
αραβικά
ή
περσικά
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.