Reich

Γερμανικά (de)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική das Reich die Reiche
γενική des Reichs
Reiches
der Reiche
δοτική dem Reich
Reiche
den Reichen
αιτιατική das Reich die Reiche

Προφορά

 

Ουσιαστικό

Reich (de), ουδέτερο

  1. χώρα που κυβερνάται από μονάρχη, π.χ. βασίλειο ή αυτοκρατορία
    • Das Vereinigte Königreich - To Ηνωμένο Βασίλειο
    • Das Byzantinische Reich - Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία
  2. (βιολογία) μεγάλη ταξινομική κατηγορία των έμβιων όντων, βασίλειο

Παράγωγα

Σύνθετα


Κύριο όνομα

Reich αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 ,



Ιταλικά (it)

Ετυμολογία

Reich < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Reich αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023



Γαλλικά (fr)

Ετυμολογία

Reich < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Reich αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Louis Duchesne, Les noms de famille au Québec : aspects statistiques et distribution spatiale, Institut de la statistique du Québec, 2006, ανακτήθηκε στις 22/8/2023



Σουηδικά (sv)

Ετυμολογία

Reich < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Reich αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden



Σλοβενικά (sl)

Ετυμολογία

Reich < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Reich αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Priimki (M-R), Slovenija, letno, Vlada Republike Slovenije Statistični Urad Republike Slovenije (Επώνυμα (M-R), ετήσια, Κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, Στατιστική Υπηρεσία της Δημοκρατίας της Σλοβενίας), ανακτήθηκε 31/8/2023, CC BY 4.0
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.