China
Αγγλικά (en)
Ετυμολογία
- China < (άμεσο δάνειο) πορτογαλική China < ... < με απώτατη αρχή τη σανσκριτική चीन (cīna) < κινεζική 秦 (qín)
Προφορά
- ⓘ
Γερμανικά (de)
Ετυμολογία
- China < ... < με απώτατη αρχή τη σανσκριτική चीन (cīna) < κινεζική 秦 (qín)
Προφορά
- ⓘ
Ισπανικά (es)
Ετυμολογία
- China < ... < με απώτατη αρχή τη σανσκριτική चीन (cīna) < κινεζική 秦 (qín)
Ιταλικά (it)
Ετυμολογία
- China < ... < με απώτατη αρχή τη σανσκριτική चीन (cīna) < κινεζική 秦 (qín)
Αναφορές
- «Κίνα» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Πορτογαλικά (pt)
Ετυμολογία
- China < ... < με απώτατη αρχή τη σανσκριτική चीन (cīna) < κινεζική 秦 (qín)
Φλαμανδικά (vls)
Ετυμολογία
- China < → λείπει η ετυμολογία
Γαλλικά (fr)
Ετυμολογία
- China < → λείπει η ετυμολογία
Γερμανικά (de)
Ετυμολογία
- China < → λείπει η ετυμολογία
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.