-λογώ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

-λογώ < αρχαία ελληνική -λογῶ < -λόγος[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /loˈɣo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: -λογώ

Επίθημα

-λογώ (παθητική φωνή: -λογούμαι & -λογιέμαι)

Συγγενικά

  •  δείτε τη λέξη λέγω

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.