-κηπος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο -κηπος οι -κηποι
      γενική του -κηπου των -κηπων
    αιτιατική τον -κηπο τους -κηπους
     κλητική -κηπε -κηποι
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

-κηπος < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή -κηπος < αρχαία ελληνική κῆπος[1]

Επίθημα

-κηπος αρσενικό

  • Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -κηπος στο Βικιλεξικό

Αναφορές

Πηγές

  • -κηπος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)



Αρχαία ελληνικά (grc)

ζητούμενο λήμμα

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.