ἰσόνομος

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

ἰσόνομος < ἴσος + νόμος

Επίθετο

ἰσόνομος

ὁ, ἡ ἰσόνομος, το ἰσόνομον
  • η πολιτεία που χαρακτηρίζεται από την ισότητα των πολιτών έναντι της δικαιοσύνης, όπου όλοι έχουν ίσα δικαιώματα, όπου η δικαιοσύνη νέμεται εξίσου σε όλους τους πολίτες, σε ίσα μερίδια
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.