εξίσου

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

εξίσου < εξ ίσου

Επίρρημα

εξίσου

  • το ίδιο, ίσα, όμοια
    ο ηθικός αυτουργός είναι εξίσου ένοχος με τον δράστη

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.