ἑκάτερος
Αρχαία ελληνικά (grc)
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ἑκάτερος | ἑκατέρᾱ | ἑκάτερον | |||
| γενική | ἑκατέρου | ἑκατέρᾱς | ἑκατέρου | |||
| δοτική | ἑκατέρῳ | ἑκατέρᾳ | ἑκατέρῳ | |||
| αιτιατική | ἑκάτερον | ἑκατέρᾱν | ἑκάτερον | |||
| κλητική ὦ! | — | — | — | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| ονομαστική | ἑκάτεροι | ἑκάτεραι | ἑκάτερᾰ | |||
| γενική | ἑκατέρων | ἑκατέρων | ἑκατέρων | |||
| δοτική | ἑκατέροις | ἑκατέραις | ἑκατέροις | |||
| αιτιατική | ἑκατέρους | ἑκατέρᾱς | ἑκάτερᾰ | |||
| κλητική ὦ! | — | — | — | |||
| δυϊκός | ||||||
| ονομ-αιτ-κλ | ἑκατέρω | ἑκατέρᾱ | ἑκατέρω | |||
| γεν-δοτ | ἑκατέροιν | ἑκατέραιν | ἑκατέροιν | |||
| 2η&1η κλίση, Κατηγορία 'λόγιος' - Παράρτημα#Αντωνυμίες | ||||||
Ετυμολογία
- ἑκάτερος < → λείπει η ετυμολογία
- ἀμφότερος
Πηγές
- ἑκάτερος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἑκάτερος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.