Ἀμισός
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ἡ | Ἀμισός | ||
| γενική | τῆς | Ἀμισοῦ | ||
| δοτική | τῇ | Ἀμισῷ | ||
| αιτιατική | τὴν | Ἀμισόν | ||
| κλητική ὦ! | Ἀμισέ | |||
| 2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ὁδός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Ἀμισός < → λείπει η ετυμολογία
- Ἀμησός
- Ἀμισσός
Κύριο όνομα
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | Ἀμισός | οἱ | Ἀμισοί |
| γενική | τοῦ | Ἀμισοῦ | τῶν | Ἀμισῶν |
| δοτική | τῷ | Ἀμισῷ | τοῖς | Ἀμισοῖς |
| αιτιατική | τὸν | Ἀμισόν | τοὺς | Ἀμισούς |
| κλητική ὦ! | Ἀμισέ | Ἀμισοί | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ἀμισώ | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | Ἀμισοῖν | ||
| 2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ἀμισός αρσενικό
Πηγές
- Ἀμισός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.