ψηφίς
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ἡ | ψηφίς | αἱ | ψηφῖδες |
| γενική | τῆς | ψηφῖδος | τῶν | ψηφίδων |
| δοτική | τῇ | ψηφῖδῐ | ταῖς | ψηφῖσῐ(ν) |
| αιτιατική | τὴν | ψηφῖδᾰ | τὰς | ψηφῖδᾰς |
| κλητική ὦ! | ψηφίς* | ψηφῖδες | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ψηφῖδε | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | ψηφίδοιν | ||
| Με μακρό γιώτα στο θέμα -ίς -ῖδος. * Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το -ς | ||||
| 3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «σφραγίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ψηφίς < ψῆφ(ος) + υποκοριστικό επίθημα -ίς
Ουσιαστικό
ψηφίς, -ῖδος θηλυκό
- υποκοριστικό του ψῆφος
- πετραδάκι που χρησιμοποιούσαν για την αρίθμηση
- ψηφίδα
Πηγές
- ψηφίς - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ψηφίς - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.