ψευτοκλασικισμός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | ψευτοκλασικισμός | οι | ψευτοκλασικισμοί |
| γενική | του | ψευτοκλασικισμού | των | ψευτοκλασικισμών |
| αιτιατική | τον | ψευτοκλασικισμό | τους | ψευτοκλασικισμούς |
| κλητική | ψευτοκλασικισμέ | ψευτοκλασικισμοί | ||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ψευτοκλασικισμός < ψευτο- + κλασικισμός
Μεταφράσεις
ψευτοκλασικισμός
|
|
- ψευτοκλασικισμός - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.