φοινικόδεντρο

Νέα ελληνικά (el)

τρία φοινικόδεντρα σε παραλία
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φοινικόδεντρο τα φοινικόδεντρα
      γενική του φοινικόδεντρου των φοινικόδεντρων
    αιτιατική το φοινικόδεντρο τα φοινικόδεντρα
     κλητική φοινικόδεντρο φοινικόδεντρα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

φοινικόδεντρο < φοίνικας + δέντρο

Ουσιαστικό

φοινικόδεντρο ουδέτερο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.