υδροχρωματιστής

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο υδροχρωματιστής οι υδροχρωματιστές
      γενική του υδροχρωματιστή των υδροχρωματιστών
    αιτιατική τον υδροχρωματιστή τους υδροχρωματιστές
     κλητική υδροχρωματιστή υδροχρωματιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

υδροχρωματιστής < υδρο- + χρωματιστής  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό

υδροχρωματιστής αρσενικό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.