τηλεφωτογραφία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τηλεφωτογραφία οι τηλεφωτογραφίες
      γενική της τηλεφωτογραφίας των τηλεφωτογραφιών
    αιτιατική την τηλεφωτογραφία τις τηλεφωτογραφίες
     κλητική τηλεφωτογραφία τηλεφωτογραφίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

τηλεφωτογραφία < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

τηλεφωτογραφία θηλυκό

  • λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.