τάκα τάκα

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία 1

τάκα τάκα: αβέβαιης ετυμολογίας:

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈtaka ˈtaka/

Επίρρημα

τάκα τάκα (χρονικό επίρρημα)

Συνώνυμα

Εκφράσεις

Μεταφράσεις

Ετυμολογία 2

τάκα τάκα: (ηχομιμητική λέξη)
To τάκα τάκα

Προφορά

ΔΦΑ : /taka‿ˈtaka/

Ουσιαστικό

τάκα τάκα ουδέτερο άκλιτο

  • (παιχνίδι) παιχνίδι με δύο μικρές μπάλες που κρέμονται από διαχαλωτό κορδόνι ώστε με κίνηση πάνω κάτω να χτυπάνε «τάκα τάκα»
    Το τάκα τάκα ήταν πολύ δημοφιλές τη δεκαετία του 1970.

Συνώνυμα

  • τίκι τάκα

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. τάκα τάκα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. takatuka - μονόγλωσσο τουρκικό Ετυμολογικό Λεξικό «Türkçe Etimolojik Sözlük» (2002) του Σεβάν Νισανιάν
     δείτε επίσης τη λέξη  tak στο tak - μονόγλωσσο τουρκικό Ετυμολογικό Λεξικό «Türkçe Etimolojik Sözlük» (2002) του Σεβάν Νισανιάν
    και οθωμανική τουρκική مق‎ (takmak) / داقمق‎ (dakmak)
  3. τάκα-τάκα - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.