στη γέεννα του πυρός
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- στη γέεννα του πυρός < → δείτε τις λέξεις στη, γέεννα, του και πυρ στη γενική ενικού. Η έκφραση προήλθε από αντίστοιχη έκφραση της Καινής Διαθήκης. → δείτε την έκφραση: ' εἰς τήν γέενναν τοῦ πυρός
- εις την γέεννα του πυρός
- στη γέεννα της φωτιάς
Συνώνυμα
Πηγές
- γέεννα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.