σμυριδορύκτης
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | σμυριδορύκτης | οι | σμυριδορύκτες |
| γενική | του | σμυριδορύκτη | των | σμυριδορυκτών |
| αιτιατική | τον | σμυριδορύκτη | τους | σμυριδορύκτες |
| κλητική | σμυριδορύκτη | σμυριδορύκτες | ||
| Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- σμυριδορύκτης < (διαχρονικό δάνειο) καθαρεύουσα , ήδη το 1891 στον πληθυντικό σμυριδορύκται (και γραφή σμυριδωρύκται)[1] < (ελληνιστική κοινή) σμύρις, σμυριδ- + ὀρύκτης (μεσαιωνική ελληνική [2] < (ελληνιστική κοινή) [3])
Ουσιαστικό
σμυριδορύκτης αρσενικό
- ο σμυριδεργάτης, ο σμυριδωρύχος
- ※ […] κατά την τριετία 1936-1938 εργάστηκαν κατά μέσο όρο 1540 εργάτες οι οποίοι πραγματοποίησαν 50.000 ημερομίσθια, δηλαδή έκαστος σμυριδορύκτης απασχολήθηκε μόνο 32 ημέρες τον χρόνο. Η ημερήσια απόδοση του κάθε εργάτη ήταν 190 kg κατά μέσο όρο
- Σιδερής, Χρήστος (2005) Γεννητικότητα & Μετανάστευση Κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις στη Βόρεια Ορεινή Νάξο 18 ος -20 ος αιώνας, σελ.100-101 @academia.edu
- ※ Προβληματιστήκαμε, τέλος, για τη χρήση και την ορθογραφία του όρου «σμυριδορύκτης» (και «σμυριδωρύκτης»). Να διευκρινίσουμε ότι η λέξη δεν συμπεριλαμβάνεται σε κανένα από τα γνωστά λεξικά (την εντοπίσαμε μόνο στο https://el.wiktionary.org – ιστότοπο με γνωστές και σοβαρές αδυναμίες) αν και χρησιμοποιείται στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια (γραφή: σμυριδωρύκτης) αλλά και ευρύτατα και με τις δύο γραφές σε πλήθος επίσημων και ανεπίσημων εγγράφων.
- Γαμβρουλή, Ουρανία (2020), «Ναξία Σμύρις 1736-1960. Έκδοση κειμένων για την άνθηση και την παρακμή των σμυριδούχων Κοινοτήτων της ορεινής Νάξου», διπλωματική εργασία, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, σελ.20 pdf@apothesis.eap.gr
- Σημείωση του Βικιλεξικού: Η εργασία γράφτηκε πριν από τη συμπλήρωση ετούτου του λήμματος, κατά τη φάση 'προσχεδίου'.
- Γαμβρουλή, Ουρανία (2020), «Ναξία Σμύρις 1736-1960. Έκδοση κειμένων για την άνθηση και την παρακμή των σμυριδούχων Κοινοτήτων της ορεινής Νάξου», διπλωματική εργασία, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, σελ.20 pdf@apothesis.eap.gr
- ※ […] κατά την τριετία 1936-1938 εργάστηκαν κατά μέσο όρο 1540 εργάτες οι οποίοι πραγματοποίησαν 50.000 ημερομίσθια, δηλαδή έκαστος σμυριδορύκτης απασχολήθηκε μόνο 32 ημέρες τον χρόνο. Η ημερήσια απόδοση του κάθε εργάτη ήταν 190 kg κατά μέσο όρο
Μεταφράσεις
σμυριδορύκτης
|
Αναφορές
- σελ. 915, Τόμος Β΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου
- ορύκτης - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
- ὀρύκτης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.