σελοτέιπ

Νέα ελληνικά (el)

Σελοτέιπ σε θήκη για εύκολο κόψιμο.

Ετυμολογία

σελοτέιπ < (λόγιο δάνειο) αγγλική sellotape < Sellotape (ομώνυμη μάρκα κολλητικής ταινίας)[1] < θέμα cello-, όπως στο cellulose (κυτταρίνη) < γαλλική cellule < λατινική cellula, υποκοριστικό του cella (κελλί, θάλαμος) + tape [2]

Προφορά

ΔΦΑ : /se.loˈtei̯p/
τυπογραφικός συλλαβισμός: σελοτέιπ

Ουσιαστικό

σελοτέιπ ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. σελοτέιπ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.