ρομβία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | ρομβία | οι | ρομβίες |
| γενική | της | ρομβίας | των | ρομβιών |
| αιτιατική | τη | ρομβία | τις | ρομβίες |
| κλητική | ρομβία | ρομβίες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
ρομβία: από την ανάγνωση στα ελληνικά[1], των λατινικών χαρακτήρων POMBIA, που ήταν η σήμανση της φίρμας πάνω στη λατέρνα από το όνομα του εργοστασίου και του Ιταλού κατασκευαστή[2]: Pombia (Πόμπια).
Μεταφράσεις
ρομβία
|
→ δείτε τη λέξη λατέρνα |
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
- Η αναφορά σε Ιταλό κατασκευαστή με το όνομα Pombia (Χρειάζεται τεκμηρίωση…). Φίρμα Pombia πράγματι υπήρξε. Επίσης, η Pombia είναι πόλη της βόρειας Ιταλίας.
-
Pombia στην αγγλική Βικιπαίδεια

-
Pombia στην αγγλική Βικιπαίδεια
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.