προτείνω
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- προτείνω < αρχαία ελληνική προτείνω < πρό + τείνω
Προφορά
- ΔΦΑ : /pɾoˈti.no/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : προ‐τεί‐νω
Ρήμα
προτείνω
- τεντώνω (απλώνω) προς τα μπροστά
- του πρότεινε το χέρι σε ένδειξη συμφιλίωσης
- κάνω μία πρόταση, προσφορά ή υπόδειξη σε κάποιον
- αναφέρω κάτι που θεωρώ αξιόλογο για κάποιον (αν έχω ενσυναίσθηση φροντίζω να συμφωνεί με τα γούστα του) και τον προτρέπω να προβεί στην συνήθη δράση που αρμόζει για αυτό (πχ. αν είναι φαγητό να το φάει, αν είναι δυνητικό ταίρι να βγει με αυτό [συνήθως αφορά τους άμεσα συνομιλούντες], αν είναι μουσική σύνθεση να την ακούσει, αν είναι χώρα να ταξιδέψει σε αυτήν, αν είναι ζωγραφιά να την δει κτλ.)
- του πρότειναν να δοκιμάσει ένα νέο φάρμακο
- έχεις να μου προτείνεις κάποιο καλό εστιατόριο;
- του πρότειναν τη θέση του αντιπροέδρου αλλά αυτός αρνήθηκε
Συγγενικά
- προταθείς
- προτεινόμενος
- προτεταμένος
- πρόταση
- → δείτε τις λέξεις προ και τείνω
Μεταφράσεις
κάνω μία πρόταση
Μεταφράσεις προς κατάταξη κατά έννοια
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.