προσκεφάλι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το προσκεφάλι τα προσκεφάλια
      γενική του προσκεφαλιού των προσκεφαλιών
    αιτιατική το προσκεφάλι τα προσκεφάλια
     κλητική προσκεφάλι προσκεφάλια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

προσκεφάλι < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

προσκεφάλι ουδέτερο


Συνώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.