περικαρδιοπάθεια

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η περικαρδιοπάθεια οι περικαρδιοπάθειες
      γενική της περικαρδιοπάθειας των περικαρδιοπαθειών
    αιτιατική την περικαρδιοπάθεια τις περικαρδιοπάθειες
     κλητική περικαρδιοπάθεια περικαρδιοπάθειες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

περικαρδιοπάθεια < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

περικαρδιοπάθεια θηλυκό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.