παρερμηνεύτρια

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η παρερμηνεύτρια οι παρερμηνεύτριες
      γενική της παρερμηνεύτριας των παρερμηνευτριών
    αιτιατική την παρερμηνεύτρια τις παρερμηνεύτριες
     κλητική παρερμηνεύτρια παρερμηνεύτριες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

παρερμηνεύτρια < παρερμηνευτής + -τρια < μεσαιωνική ελληνική παρερμηνευτής[1] < ελληνιστική κοινή παρερμηνεύω

Ουσιαστικό

παρερμηνεύτρια[2] θηλυκό

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. παρερμηνευτής - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  2. παρερμηνεύτρια - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.