οπίσω
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- οπίσω < αρχαία ελληνική ὀπίσω
Εκφράσεις
- ύπαγε οπίσω μου, Σατανά: φράση που λέγεται όταν θέλουμε να αποφύγουμε ή να αποτρέψουμε κάποιον πειρασμό
- ≈ συνώνυμα: πίσω μου σ' έχω, Σατανά
Μεταφράσεις
οπίσω
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.