νηπιοβαπτισμός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | νηπιοβαπτισμός | οι | νηπιοβαπτισμοί |
| γενική | του | νηπιοβαπτισμού | των | νηπιοβαπτισμών |
| αιτιατική | τον | νηπιοβαπτισμό | τους | νηπιοβαπτισμούς |
| κλητική | νηπιοβαπτισμέ | νηπιοβαπτισμοί | ||
| Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ουσιαστικό
νηπιοβαπτισμός αρσενικό
Μεταφράσεις
νηπιοβαπτισμός
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.