νευροεπιστήμη
| Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια, ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. |
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | νευροεπιστήμη | οι | νευροεπιστήμες |
| γενική | της | νευροεπιστήμης | των | νευροεπιστημών |
| αιτιατική | τη | νευροεπιστήμη | τις | νευροεπιστήμες |
| κλητική | νευροεπιστήμη | νευροεπιστήμες | ||
| Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ουσιαστικό
η νευροεπιστήμη (el) θηλυκό
- (βιολογία) επιστήμη που συνδυάζει διαφόρα πεδία έρευνας (από την ιατρική και τη βιολογία, μέχρι τη γλωσσολογία και την πληροφορική) η οποία μελετά το νευρικό σύστημα
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.