νευροδιαβιβαστής
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | νευροδιαβιβαστής | οι | νευροδιαβιβαστές |
| γενική | του | νευροδιαβιβαστή | των | νευροδιαβιβαστών |
| αιτιατική | τον | νευροδιαβιβαστή | τους | νευροδιαβιβαστές |
| κλητική | νευροδιαβιβαστή | νευροδιαβιβαστές | ||
| Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- νευροδιαβιβαστής < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
νευροδιαβιβαστής αρσενικό
Μεταφράσεις
νευροδιαβιβαστής
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.