νευρασθενικιά

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η νευρασθενικιά οι νευρασθενικιές
      γενική της νευρασθενικιάς των νευρασθενικιών
    αιτιατική τη νευρασθενικιά τις νευρασθενικιές
     κλητική νευρασθενικιά νευρασθενικιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

νευρασθενικιά < νευρασθενικός + -ιά

Ουσιαστικό

νευρασθενικιά[1] θηλυκό

Μεταφράσεις

  1. νευρασθενικιά - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.