μπράβο
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- μπράβο < ιταλική bravo < δημώδης λατινική *bravus < λατινική pravus («φαύλος, διεστραμμένος, πονηρός (με σημασιολογική βελτίωση)»)[1] ή < δημώδης λατινική *brabus < λατινική barbarus[1] < αρχαία ελληνική βάρβαρος (αντιδάνειο))
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈbɾa.vo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μπρά‐βο
Επιφώνημα
μπράβο
- εύγε - χρησιμοποιείται για να δηλώνει έπαινο, επιδοκιμασία
- μπράβο, τι ωραία εργασία!
- (ειρωνικό) για να δηλώσει αποδοκιμασία
- μωρέ μπράβο συμπεριφορά!
Εκφράσεις
- τα μπράβο: οι επιδοκιμασίες, τα συγχαρητήρια
Συνώνυμα
Αντώνυμα
Συγγενικά
Μεταφράσεις
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
μπράβο
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.