μουδιῶ

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

Ετυμολογία

μουδιῶ < αρχαία ελληνική αἱμωδιάω / αἱμωδιῶ < αἱμωδία < αἷμα[1] + ὀδούς/ὀδών

Ρήμα

μουδιῶ

Αναφορές

  1. Ο Μπαμπινιώτης υποθέτει από αμάρτυρο τύπο *αἱμός (πόνος_

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.