κουστούμι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κουστούμι τα κουστούμια
      γενική του κουστουμιού των κουστουμιών
    αιτιατική το κουστούμι τα κουστούμια
     κλητική κουστούμι κουστούμια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

κουστούμι < κοστούμι < ιταλική costume

Ουσιαστικό

κουστούμι ουδέτερο

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.