κινηματογραφιστής

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο κινηματογραφιστής οι κινηματογραφιστές
      γενική του κινηματογραφιστή των κινηματογραφιστών
    αιτιατική τον κινηματογραφιστή τους κινηματογραφιστές
     κλητική κινηματογραφιστή κινηματογραφιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

κινηματογραφιστής < κινηματογραφώ + -ιστής

Ουσιαστικό

κινηματογραφιστής αρσενικό (θηλυκό κινηματογραφίστρια)

  1. (επάγγελμα, κινηματογράφος) ο διευθυντής φωτογραφίας
  2. αυτός που κινηματογραφεί

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.