ισνάφι
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | ισνάφι | τα | ισνάφια |
| γενική | του | ισναφιού | των | ισναφιών |
| αιτιατική | το | ισνάφι | τα | ισνάφια |
| κλητική | ισνάφι | ισνάφια | ||
| Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
| Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- ισνάφι < → δείτε τη λέξη νισάφι
Ουσιαστικό
ισνάφι ουδέτερο
- άλλη μορφή του σινάφι
- ※ Εἶχε φάει ψωμί κ' ἐβγῆκε νά πιῇ δυό τρία κρασιά μέ τό ἰσνάφι (Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Στο Χριστό στο Κάστρο)
Μεταφράσεις
ισνάφι
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.