ινδική όρνις

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ινδική όρνις οι ινδικές όρνιθες
      γενική της ινδικής όρνιθος των ινδικών ορνίθων
    αιτιατική την ινδική όρνιθα τις ινδικές όρνιθες
     κλητική ινδική όρνις ινδικές όρνιθες
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ινδική όρνις < ινδική (θηλυκό του ινδικός) όρνις,  δείτε τη λέξη ινδιάνος

Πολυλεκτικός όρος

ινδική όρνις θηλυκό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.