θηραϊκή γη

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

θηραϊκή γη <  δείτε τη λέξη θηραϊκή, θηλυκό του θηραϊκός & γη, σημασιολογικό δάνειο από την αγγλική Santorin earth[1] Δείτε και τη γαλλική terre de Santorin[2]
Δείγμα ποζολάνης
(όπως η θηραϊκή γη).

Προφορά

ΔΦΑ : /θiɾaiˈci ˈʝi/

Πολυλεκτικός όρος

θηραϊκή γη θηλυκό στον ενικό

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. θηραϊκός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. θηραϊκός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.